Κανένας δεν είχε αγωνιστεί στις μέρες του Ιούνη για την σωτηρία της ιδιοκτησίας και για την αποκατάσταση της πίστης πιο φανατικά από τους Παρισινούς μικροαστούς – τους καφετζήδες, τους εστιάτορες, τους ταβερνιάρηδες τους μικροέμπορους, πραγματευτάδες επαγγελματίες κλπ. Το μαγαζί ανασκουμπώθηκε και βάδισε ενάντια στο οδόφραγμα για να αποκαταστήσει την κυκλοφορία που οδηγεί από το δρόμο στο μαγαζί. Πίσω όμως από το οδόφραγμα στέκοταν οι πελάτες και οι οφειλέτες, μπρος του οι πιστωτές του μαγαζιού. Κι οταν τα οδοφράγματα γκρεμίστηκαν και οι εργάτες συντρίφτηκαν, κι όταν οι μαγαζάτορες, μεθυσμένοι από τη νίκη, έτρεξαν πίσω στα μαγαζιά τους, βρήκαν την είσοδο φραγμένη από ένα σωτήρα της ιδιοκτησίας, έναν επίσημο πράκτορα της πίστης, που τους παρουσίαζε τις απειλητικές επιστολές: ληξιπρόθεσμο γραμμάτιο! ληξιπρόθεσμο νοίκι! ληξιπρόθεσμη τραβηχτική! χρεοκοπημένο μαγαζί ! χρεοκοπημένος μαγαζάτορας!
Διάσωση της ιδιοκτησίας! Όμως το σπίτι όπου κατοικούσαν δεν ήταν ιδιοκτησία τους. Το μαγαζί που φυλάγανε δεν ήταν ιδιοκτησία τους. Τα εμπορεύματα που πουλούσαν δεν ήταν ιδιοκτησία τους. Ούτε το μαγαζί τους, ούτε το πιάτο που τρώγανε, ούτε το κρεβάτι που κοιμούνταν άνηκαν σε αυτούς. Απ’ αυτούς ακριβώς έμπαινε ζήτημα να σωθεί η ιδιοκτησία προς όφελος του ιδιοκτήτη που τους είχε νοικιάσει το σπίτι, του τραπεζίτη που τους είχε προεξοφλήσει το γραμμάτιο, του κεφαλαιούχου που τους είχε δανείσει μετρητά χρήματα, του εργοστασιάρχη που τους είχε εμπιστευθεί σ’ αυτούς τους λιανοπωλητές εμπορεύματα για πούληση, προς όφελος του μεγαλέμπορα που είχε παραδώσει επί πιστώσει τις πρώτες ύλες σ’αυτούς τους επαγγελματίες. Αποκατάσταση της πίστης! Μα η ξαναδυναμωμένη πίστη αποδείχτηκε ένας ζωηρός και γεμάτος ζήλο θεός, ακριβώς γιατί έδιωξε από τους τέσσερεις τοίχους του τον αναξιόχρεο οφειλέτη μαζί με την γυναίκα και τα παιδιά του, παραδίνοντας την εικονική ιδιοκτησία του στο κεφάλαιο και ρίχνοντας τον ίδιο στη φυλακή για χρέη, στη φυλακή που ξαναϋψώθηκε απειλητικά πάνω από τα πτώματα των εξεγερμένων του Ιούνη
Οι μικροαστοί είδαν με τρόμο ότι τσακίζοντας τους εργάτες, παράδωσαν τους εαυτούς τους χωρίς αντίσταση στα χέρια των πιστωτών τους. Η χρεοκοπία τους, που από το Φλεβάρη και ύστερα κέρδιζε χρόνο και που είχε φαινομενικά αγνοηθεί, κηρύχθηκε ανοιχτά ύστερα από τον Ιούνη.
Η ονομαστική ιδιοκτησία τους είχε αφεθεί απείραχτη τόσο καιρό, όσο χρειάζοταν για να τους οδηγήσουν στο πεδίο της μάχης, εν ονόματι της ιδιοκτησίας. Τώρα που είχε ξεκαθαριστεί ο μεγάλος λογαριασμός με το προλεταριάτο, μπορούσε να ξαναξεκαθαριστεί ο μικρός λογαριασμός με τον μπακάλη. Στο Παρίσι, το συνολικό ποσό των γραμματίων που εκκρεμούσε η πληρωμή τους ήταν πάνω από 21 εκατομμύρια φράγκα, στις επαρχίες πάνω από 11 εκατομμύρια. Οι ιδιοκτήτες πάνω από 7.000 εμπορικών επιχειρήσεων του Παρισιού δεν είχαν πληρώσει το νοίκι τους από το Φλεβάρη.